
Πρόσφατα, ο Adam Grant, εργασιακός/οργανωτικός ψυχολόγος, με άρθρο του στους New York Times έδωσε μια εξήγηση για αυτό το «μπλαχ», όπως λέει, που νιώθουμε καθώς συνεχίζεται η πανδημία του Covid-19.
Πάμε, λοιπόν, να δούμε τι αναφέρει:
«Δεν ήταν εξουθένωση (burnout), ακόμα είχαμε ενέργεια. Δεν ήταν κατάθλιψη, δε νιώθαμε απελπισία. Απλώς νιώθαμε κάπως μελαγχολικοί και χωρίς στόχους. Αποδεικνύεται ότι υπάρχει όνομα για αυτό: μαράζωμα (languishing)»
Το μαράζωμα, λοιπόν, είναι ένας συνδυασμός μιας αίσθησης κενού και στασιμότητας, μοιάζει σαν να κοιτάς τη ζωή μέσα από ένα θαμπό τζάμι, σαν να δυσκολεύεσαι να βγάλεις τη μέρα. «Και ίσως να είναι το κυρίαρχο συναίσθημα του 2021».
Το πρώτο διάστημα της πανδημίας και καθώς όλα ήταν πρωτόγνωρα, είναι πιθανόν ότι το σύστημα ανίχνευσης κινδύνου του εγκεφάλου μας ήταν σε εγρήγορση να δράσει ή να αποφύγει την απειλή του ιού. Καθώς όμως μάθαμε πώς μπορούμε να προστατευτούμε με την κοινωνική αποστασιοποίηση, τις μάσκες, την καλύτερη φροντίδα της υγιεινής μας, αυτή η αίσθηση της απειλής μειώθηκε. Παρόλα αυτά, η πανδημία σαν κατάσταση έχει τραβήξει αρκετά και η ξαφνική αίσθηση αγωνίας έχει δώσει τη θέση της σε μια πιο μακροχρόνια αίσθηση μαραζώματος.
Όπως αναφέρει ο Grant, στην ψυχολογία αντιλαμβανόμαστε την ψυχική υγεία σαν ένα φάσμα μεταξύ κατάθλιψης και ευημερίας. Η ευημερία βρίσκεται στην κορυφή του ευεξίας με μια ισχυρή αίσθηση νοήματος και σημασίας για τους άλλους. Η κατάθλιψη είναι η κοιλάδα της δυστυχίας.
«Το μαράζωμα είναι το παραμελημένο μεσαίο παιδί της ψυχικής υγείας», το κενό μεταξύ ευημερίας και κατάθλιψης, η απουσία της ευδαιμονίας. Δεν παρατηρούνται σημάδια ψυχικής ασθένειας, όμως ούτε και αυτά της ψυχικής υγείας. Οι άνθρωποι δε λειτουργούν στο 100%. Το μαράζωμα μειώνει την ικανότητα συγκέντρωσης, αμβλύνει τα κίνητρα και τριπλασιάζει τις πιθανότητες κάποιος να ελαττώσει την εργατικότητά του. Μοιάζει να είναι πιο συχνό φαινόμενο από τη βαριά κατάθλιψη και ίσως μεγαλύτερος παράγοντας κινδύνου για την ψυχική ασθένεια.
Εφευρέτης του όρου ήταν ο κοινωνιολόγος Corey Keyes, ο οποίος παρατήρησε ότι πολλοί άνθρωποι που δε βίωναν κατάθλιψη, ταυτόχρονα δεν ευημερούσαν. Η έρευνά του έδειξε ότι οι άνθρωποι που μπορεί να βιώσουν μείζονα καταθλιπτική ή αγχώδη διαταραχή σε βάθος δεκαετίας δεν είναι αυτοί που παρουσίαζαν τα αντίστοιχα συμπτώματα στο σήμερα, αλλά αυτοί που μαραζώνουν εδώ και τώρα. Τα ευρήματά του υποστηρίζονται πια και από δεδομένα ερευνών σε νοσηλευτικό προσωπικό της Ιταλίας σε μονάδες Covid-19. Όσοι βίωναν μαράζωμα την άνοιξη του 2020 φαίνεται ότι ήταν τρεις φορές πιο πιθανό να διαγνωστούν με διαταραχή μετατραυματικού στρες σε σχέση με τους συναδέλφους τους.
Αυτό που κάνει επικίνδυνο το μαράζωμα είναι ότι μπορεί αυτός που το βιώνει να μην αντιλαμβάνεται τις επιπτώσεις του. Κι όταν κάποιος δεν αντιλαμβάνεται το ίδιο του το «βάσανο», δύσκολα θα αναζητήσει βοήθεια ή θα κάνει κάτι για να βοηθήσει τον εαυτό του. Η βοήθεια, είτε για εμάς τους ίδιους είτε για άλλους ανθρώπους γύρω μας που μπορεί να νιώθουν έτσι, έρχεται μέσα από την καλύτερη κατανόηση του τι βιώνουμε.
Ένα βήμα προς αυτή την κατεύθυνση είναι το να δώσουμε ένα όνομα σε αυτό που αισθανόμαστε. Την περασμένη χρονιά, το άρθρο του Harvard Business Review που περιέγραφε τη συλλογική δυσφορία που νιώθαμε ως θλίψη έγινε ευρέως γνωστό, καθώς μας έδωσε έναν οικείο όρο για να καταλάβουμε αυτή την πρωτόγνωρη εμπειρία. Αισθανόμασταν θλίψη όχι μόνο για τους ανθρώπους που πέθαιναν, αλλά και για την απώλεια της κανονικότητας. Καθώς όμως όλοι λίγο-πολύ, αν και δεν είχαμε βιώσει πανδημίες, είχαμε βιώσει απώλειες στο παρελθόν, καταφέραμε να ανατρέξουμε στις μεθόδους εκείνες που θα μας βοηθούσαν να διαχειριστούμε τη θλίψη μας και για τις τωρινές απώλειες.
Σε πρώτη φάση λοιπόν, μπορεί να μη γνωρίζουμε τι ακριβώς προκαλεί το μαράζωμα ή πώς να το θεραπεύσουμε, όμως δίνοντας ένα όνομα στο συναίσθημα μπορεί για παράδειγμα να αποτελεί μια πιο αντιπροσωπευτική απάντηση όταν κάποιος ρωτάει «Πώς είσαι;». «Ειλικρινά, νιώθω μαραμένος».
Υπάρχει αντίδοτο για το μαράζωμα; Μπορεί το αντίδοτο στο μαράζωμα να είναι η ροή, η φευγαλέα κατάσταση προσήλωσης σε μια ουσιαστική πρόκληση ή μία πρόσκαιρη δέσμευση κατά την οποία η αίσθηση του τόπου, του χρόνου και του εαυτού εξαφανίζεται. Στο πρώτο διάστημα της πανδημίας, οι άνθρωποι που απέφυγαν το μαράζωμα και διατήρησαν την ευτυχία που ένιωθαν προ πανδημίας ήταν εκείνοι που προσηλώθηκαν ακόμα περισσότερο στις εργασίες που είχαν αναλάβει.
Για να υπάρξει η ροή, χρειάζεται να υπάρχει συγκέντρωση. Η διατήρηση της συγκέντρωσης ήταν ήδη δύσκολη και πριν την πανδημία. Είναι σημαντικό λοιπόν να εξασφαλίζουμε χρόνο χωρίς διακοπές για τον εαυτό μας. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί θέτοντας όρια και συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα κατά τα οποία θα μπορούμε να εργαστούμε χωρίς ενοχλήσεις, διακοπές και αντιπερισπασμούς. Αυτή η κατάσταση της πλήρους συγκέντρωσης μπορεί να ενισχύσει την απόδοσή μας κι αυτή με τη σειρά της, να ενισχύσει τη χαρά και τη δραστηριοποίησή μας μέσω της αίσθησης προόδου και εξέλιξης.
Κάτι ακόμα που μπορεί να βοηθήσει να υπάρχει ροή είναι το να θέτουμε μικρούς, επιτεύξιμους στόχους. Μιας και η πανδημία ήταν μια μεγάλη ήττα, είναι σημαντικό να ξεκινήσουμε να ξεπερνάμε το μαράζωμα μέσα από μικρές νίκες. Αυτές μπορούν να έρθουν επιλέγοντας διαχειρίσιμες δυσκολίες. Είναι σημαντικό λοιπόν, να κρατάμε χρόνο καθημερινά για να συγκεντρώσουμε την προσοχή μας σε μια πρόκληση που έχει σημασία για εμάς. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, μπορεί να ανακαλύψουμε εκ νέου μέρος της ενέργειας και του ενθουσιασμού που χάθηκε στη διάρκεια αυτών των μηνών.
Ο Adam Grant κλείνει το άρθρο του σημειώνοντας:
«Το μαράζωμα δε βρίσκεται μόνο στο κεφάλι μας – είναι στις καταστάσεις μας. Δε μπορείς να θεραπεύσεις μια άρρωστη κουλτούρα με προσωπικούς επιδέσμους. Ακόμα ζούμε σε έναν κόσμο που θεωρεί φυσιολογικές τις προκλήσεις της σωματικής υγείας, αλλά στιγματίζει τις προκλήσεις της ψυχικής υγείας. Καθώς κατευθυνόμαστε σε μια νέα μετά-πανδημική πραγματικότητα, είναι καιρός να αναθεωρήσουμε την κατανόησή μας για την ψυχική υγεία και ευεξία. «Όχι σε κατάθλιψη» δε σημαίνει ότι δεν παλεύεις. «Όχι εξουθενωμένος» δε σημαίνει ότι είσαι μέσα στην ενέργεια. Αναγνωρίζοντας ότι τόσοι πολλοί από εμάς είμαστε μαραμένοι, μπορούμε να ξεκινήσουμε να δίνουμε φωνή στη σιωπηλή απελπισία και να φωτίσουμε ένα μονοπάτι διαφυγής από το κενό.».
Πηγή:
https://www.nytimes.com/2021/04/19/well/mind/covid-mental-health-languishing.html